- γεωσφαιρικός
- -ή, -όαυτός που αναφέρεται στη γεώσφαιρα.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
γεωσφαιρικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη γεώσφαιρα … Dictionary of Greek